O ανεξάρτητός μη κερδοσκοπικός, μη κυβερνητικός οργανισμός Oxygono διοργάνωσε τη Πέμπτη 11 Νοεμβρίου 2021, σε συνεργασία με το Τμήμα Νομικής του Πανεπιστήμιου Κύπρου το ετήσιο του Debate με θέμα «Femicide.
Στη συζήτηση έλαβαν μέρος η βουλεύτρια Ρίτα Θεοδώρου Σούπερμαν και η Εισαγγελέας, Αριστοτέλεια Δόγκα. Τη συζήτηση συντόνιζαν ο Αναπληρωτής Καθηγητής Ποινικού Δικαίου και Φιλοσοφίας Δικαίου, επιστημονικός υπεύθυνος του ερευνητικού προγράμματος «Γυναικοκτονία και περιθώρια συγγνώμης υπό την άποψη των σκοπών της ποινής», Δρ. Χάρης Παπαχαραλάμπους και η πρόεδρος του ΔΣ του Oxygono, Γεωργία Αθανασίου.
Χαιρετισμό στη συζήτηση απηύθυναν η Πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων, Αννίτα Δημητρίου, η Υπουργός Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως, Στέφη Δράκου, καθώς και ο Πρόεδρος του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου, Δρ. Χρίστος Κληρίδης.
Η πρόεδρος του Oxygono υπογράμμισε πως το ετήσιο Debate έχει ως στόχο την δημιουργία των κατάλληλων συνθηκών για ένα εποικοδομητικό διάλογο σε θέματα τις επικαιρότητας, συγκεντρώνοντας αξιόλογους ομιλητές από την Κύπρο και το εξωτερικό. Σημείωσε επίσης πως η επιλογή του συγκεκριμένου θέματος δεν ήταν καθόλου τυχαία καθώς το τελευταίο διάστημα έχουν έρθει στο προσκήνιο αρκετά τραγικά περιστατικά με θύματα γυναίκες. Με τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα τις υποθέσεις της Ελένης Τοπαλούδη και το έγκλημα στα γλυκά νερά με θύμα την Κάρολαιν. Περαιτέρω, στις 30.09.2021 η πρόεδρος της της Βουλής των Αντιπροσώπων κατέθεσε την πρόταση νόμου που αφορά την τροποποίηση του Ποινικού Κώδικα, ώστε να θεσπισθεί το αδίκημα της γυναικοκτονίας.
Η συζήτηση στηρίχτηκε σε τέσσερις θεματικές ενότητες και ακολούθησε τους κανόνες διεξαγωγής συζητήσεων του Oxygono.
Ιδιώνυμο αδίκημα με ποινή δια βίου φυλάκισης
Στο επίκεντρο της συζήτησης βρέθηκε η θέσπιση του νόμου στην Κύπρο που αφορά την γυναικοκτονία. Η Κύπρος ευελπιστεί να καταστεί η πρώτη χώρα εντός Ευρώπης που θα θεσπίσει την γυναικοκτονία ως ιδιώνυμο αδίκημα με την ποινή της δια βίου φυλάκισης. Στην παρούσα μορφή της η πρόταση νόμου ορίζει την γυναικοκτονία σαν την θανάτωση γυναίκας σαν αποτέλεσμα άσκησης βίας από ερωτικό σύντροφο, βασανισμό και μισογυνισμό αλλά και άσκηση ενδοοικογενειακής βίας.
Ανησυχίες εκφράστηκαν από την πλευρά της Νομικής Υπηρεσίας με την αιτιολογία ότι το ιδιώνυμο έγκλημα ίσως να μην διευκολύνει το έργο των ποινικών ανακριτών οι οποίοι καλούνται να αναλάβουν το μεγαλύτερο αποδεικτικό βάρος στις υποθέσεις αυτές.
Επιτακτική η ανάγκη νομικής αναγνώρισης της γυναικοκτονίας
Στον χαιρετισμό της, η Πρόεδρος Βουλής, Αννίτα Δημητρίου, δήλωσε πως «σήμερα παρά ποτέ καθίσταται επιτακτική η ανάγκη νομικής αναγνώρισης της γυναικοκτονίας, ως ιδιώνυμο εγκλήματος, το οποίο μάλιστα να επισύρει την ποινή της ισόβιας κάθειρξης ως απάντηση στην έμφυλη βία».Αναφέρθηκε στην αυξητική τάση του φαινομένου και τόνισε πως τα τα συστατικά του στοιχεία βασίζονται στην ανισότητα και στην επίδειξη δύναμης έναντι του φύλου, αποτελώντας τα δομικά στοιχεία ενός εγκλήματος, που ο ποινικός κώδικας στις πλείστες χώρες αντιμετωπίζει μέχρι σήμερα παραδοσιακά ως ουδέτερης φύσεως.
Η κα. Δημητρίου ανέφερε πως η τροποποίηση του ποινικού κώδικα σε σχέση με τη διάπραξη γυναικοκτονιών, θα ενισχύσει το νομικό οπλοστάσιο της ποινικής δικαιοσύνης στην Κύπρο και θα εκσυγχρονίσει το δίκαιο ώστε να συνάδει απόλυτα με με τις υποχρεώσεις της Δημοκρατίας σχετικά με την εξάλειψη της βίας και κάθε μορφής διάκρισης προς τις γυναίκες ή ομάδες γυναικών.
Πέραν των 40 δολοφονιών γυναικών στην Κύπρο την τελευταία 10ετια
Η Υπουργός Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως, Στέφη Δράκου, δήλωσε πως οι αριθμοί «σοκάρουν», για να σημειώσει ότι καθημερινά σε όλο τον κόσμο δολοφονούνται πέραν των 130 γυναικών από πρώην ή νυν συζύγους ή συντρόφους τους ή από κάποιο μέλος της οικογένειας τους, για τον λόγο του ότι ήταν γυναίκες. Σε ότι αφορά την κατάσταση στην Κύπρο ανέφερε πως πάνω από 40 δολοφονίες γυναικών έλαβαν χώρα την τελευταία δεκαετία ενώ παράλληλα πρόσθεσε πως έχουν καταγραφεί χιλιάδες καταγγελίες για σοβαρές μορφές έμφυλης βίας και κακοποίησης.
H κα. Δράκου τόνισε περαιτέρω πως, «θα πρέπει η κοινωνία να αντικρίσει κατάματα τα φαινόμενα έμφυλης βίας, προκειμένου να μπορέσει να τα αντιμετωπίσει με τρόπο αποτελεσματικό», προσθέτοντας πως «καμιά πολιτική, νομοθετική ή διοικητική προσπάθεια για αποτελεσματική αντιμετώπιση της βίας δεν μπορεί να ευοδωθεί, εκτός και αν επιτευχθούν βαθιές και ουσιαστικές τομές, οι οποίες θα εδράζονται στην καλλιέργεια μηδενικής ανοχής απέναντι σε τέτοια φαινόμενα».
Μήνυμα αλληλεγγύης με τη θέσπιση της νομοθεσίας
Ο Πρόεδρος του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου, Δρ. Χρίστος Κληρίδης, σημείωσε ότι η Κύπρος δεν φτάνει τις στατιστικές άλλων χωρών, αλλά οπωσδήποτε με τη θέσπιση της νομοθεσίας, στέλνεται ένα ισχυρό μήνυμα αλληλεγγύης, σημειώνοντας πως «πρέπει να αφουγκραζόμαστε την κοινωνία και να προβλέπουμε και συνεπώς είναι θεμιτή η θέσπιση του ιδιώνυμου αδικήματος της γυναικοκτονίας». Τόνισε πως μέσω της θέσπισης αυτής στέλνεται ένα ηχηρό μήνυμα προς την κοινωνία πως αφουγκραζόμαστε της τάσεις που παρατηρούνται και λαμβάνονται έγκαιρα τα κατάλληλα μέτρα.
Τοποθετούμενος στην εκδήλωση, ο Δρ. Κληρίδης παρουσίασε και τις επιφυλάξεις για την πρόταση νόμου, όπως αυτές της Νομικής Υπηρεσίας, περί υπάρξεως στην πρόταση πολλών και ασαφών όρων που θέτουν σε κίνδυνο την επίτευξη καταδικών. Στις αιτιάσεις αυτές απάντησε ο Δρ. Παπαχαραλάμπους λέγοντας ότι δεν νοείται ποινική διάταξη χωρίς όρους που αποδίδουν το νόημά της, ότι με επί μέρους βελτιώσεις η νέα πρόνοια θα είναι απολύτως λειτουργική, ότι ο Κύπριος δικαστής είναι ήδη εξοικειωμένος με αόριστες αξιολογικές έννοιες και ότι οποιαδήποτε εναλλακτική προς την νέα πρόνοια που θα αρκείτο στη θέσπιση απλώς επιβαρυντικών περιστάσεων ή θα ανέτρεχε σε άλλους ειδικούς νόμους, θα ακύρωνε τη σημασία και το συμβολικό βάρος της νέας διάταξης. Σε ανάλογο πνεύμα υπέρ της πρότασης νόμου εκφράστηκε και η κα. Θεοδώρου, που θύμισε ότι νόμοι με ακριβώς ίδιες έννοιες όπως αυτές στην πρόταση, π.χ. σχετικά με το οργανωμένο έγκλημα, έχουν από καιρό εφαρμοστεί ομαλά και χωρίς πρόβλημα. Υπέρ της πρότασης νόμου ως έχει εκφράστηκε και η Εισαγγελεύς κα. Δόγκα.
Η κυρία Σούπερμαν υπογράμμισε την σημαντικότητα που παίζει το κίνητρο του δράστη στο συγκεκριμένο έγκλημα όπως ακριβώς στην περίπτωση των εγκλημάτων κατά του ρατσισμού, της ξενοφοβίας της μισαλλοδοξίας εγκλήματα εναντίον καταγωγής, σεξουαλικού προσανατολισμού. Η ταξινόμηση του εγκλήματος βάση του κινήτρου θα ευκολύνει την κατηγοριοποίηση και θα φέρει στο φώς τον σκοτεινό αριθμό που εκτιμάται να είναι πολύ μεγάλος. Παράλληλα, η κα. Σούπερμαν δήλωσε πως «Το ζήτημα της δολοφονίας γυναικών, δεν αφορά ζητήματα φεμινισμού όπως πολλοί βιάζονται να πουν αλλά αφορά σε βασικά ανθρώπινα δικαιώματα που άνδρες και γυναίκες πρέπει να είναι ίσοι προς αυτά».
Ως προς τις αιτίες που οδηγούν στο έγκλημα, η κα. Σούπερμαν αναφέρθηκε στην έμφυλη και σεξιστική βία που πηγάζει από βαθύτερα αίτια τα οποία βρίσκονται στους πυρήνες των κοινωνιών. Αφορά στην ανισότητα των φύλων. Είναι μια ευρεία παθογένεια την οποία τα κράτη πρέπει να αναγνωρίσουν. Δήλωσε επίσης πως «Η βία στα σώματα των γυναικών αλλά και η άσκηση ελέγχου είναι αποτέλεσμα έμφυλων στερεοτύπων. Δηλαδή ο άνδρας συνδέεται με την αρρενωπότητα και τη δύναμη ενώ η γυναίκα θεωρείται κατώτερη. Σύμφωνα με τα έμφυλα στερεότυπα οι γυναίκες δυνητικά μπορούν να τιμωρηθούν, ελεγχθούν και σωφρονιστούν μέσω της έμφυλης βίας. ». συμπλήρωσε επίσης ότι οι περισσότερες υποθέσεις εντάσσονται στο πλαίσιο της ενδοοικογενειακής βίας.
Ως προς τις απαραίτητες ενέργειες που πρέπει να ληφθούν από τις νομοθετικές αρχές χαρακτήρισε επιτακτική την δημιουργία διαφορετικού ποινικού αδικήματος γιατί έτσι θα συλλέγονται έγκυρα και πλήρη δεδομένα που θα αποτελέσουν τη βάση για τη σωστή κατανόηση και «εξοικείωση» με τη γυναικοκτονία. Τα δεδομένα αυτά θα χρησιμεύσουν ως βάση για να εντοπιστούν εκείνα τα μέτρα που θα οδηγήσουν τόσο στην πρόληψη αλλά και στην εξάλειψη της.
Επιπρόσθετα, αναγνώρισε επιπλέον αλλαγές που πρέπει να συμπληρώσουν την θέσπιση του νόμου. Μερικές από αυτές αφορούν την Ευαισθητοποίηση και εξειδίκευση Αστυνομίας και μελών του συστήματος της Ποινικής Δικαιοσύνης έτσι ώστε να μπορούν να εντοπίσουν και τεκμηριώσουν τις περιπτώσεις, Ανάπτυξη και ενίσχυση μεθόδων έρευνας που βελτιώνουν την κατανόηση του κοινωνικού πλαισίου της γυναικοκτονίας ειδικότερα της ανισότητας των φύλων. Τόνισε ότι οι αρχές θα πρέπει να δρουν προδραστικά και όχι αντιδραστικά μετά το συμβάν, να είναι ικανές να αναγνωρίζουν τις ενδείξεις και να αποτρέπουν το συμβάν αλλά και οι δικαστές να μην λειτουργούν μέσα στο στενό γράμμα του νόμου αλλά μέσα στο πνεύμα του νόμου και να μπορούν να κατανοήσουν πότε και γιατί ένα θύμα είναι αναξιόπιστο.
Με την σειρά της η κα. Δόγκα απέδωσε τα αίτια για την γυναικοκτόνια στο περιττό νεοτερισμό που υποτιμα την γυναικεία φύση και υπογράμμισε την αναγκαιότητα για αναπροσαρμογή του ποινικού δικαίου σε νέες μορφές εγκλημάτων που πηγάζουν από μελέτη κοινωνικών συμπεριφορών.
Αναγνώρισε και αυτή την ανάγκη για αυξημένης ορατότητας/τυποποίησης της γυναικοκτονίας ως ξεχωριστής μορφής εγκλήματος ακραίας έμφυλης βίας ώστε: α) να απαλειφθουν τα στερεότυπα των εμφυλων διακρίσεων β) να αναληφθούν από τα κράτη οι αυτονόητες υποχρεώσεις τους για ενημέρωση των πολιτών /εκπαίδευση των εμπλεκομένων αρχών /τήρηση στατιστικών στοιχείων κ διενέργεια ερευνών κ έτσι να διασφαλιστεί η ομαλή κοινωνική συμβίωση.
Στις δηλώσεις της αναφέρθηκε επίσης και στα αίτια για την παγκόσμια έξαρση του φαινόμενου που είναι ο σεξισμός, η πατριαρχία, η ανισότητα, οι κοινωνικοπολιτισμικες αντιλήψεις και τα έκφυλα στερεότυπα. Τόνισε επίσης πως έχει καταγραφεί μια βίαιη έξαρση μισογυνισμού εν καιρώ πανδημίας, μία νέα επιδημία που απειλεί το 1/2 του μαζικού πληθυσμού κάνοντας ακόμα πιο επιτακτική την ανάγκη να καταστεί ορατό το γεγονός της δολοφονίας γυναικών λόγω του φύλου τους. Περαιτέρω, κάλεσε για ουσιαστικές παρεμβάσεις στην οικογένεια, παιδεία και εργασία για πρόληψη και καταστολή του φαινομένου υπό τις κατευθυντήριες οδηγίες και σε εκτέλεση των συμβατικών υποχρεώσεων των συμβληθεντων κρατών της Ε.Ε στη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης.